Του Γρηγόρη Γιοβανόπουλου
(απόσπασμα από την ομιλία που εκφωνήθηκε – 21/3/2105 – στην εκδήλωση για την επέτειο του Ολοκαυτώματος του Νησίου)
Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στους πολλούς πως στην περιοχή μας υπάρχει ένα χωριό που υπέστη την εκδικητική μανία των Βούλγαρων κομιτατζήδων. Είναι το χωριό σας, είναι το Νησί Ημαθίας.
Θα ήθελα λοιπόν εδώ να αναφέρω επιγραμματικά τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν το βράδυ της 14ης προς 15η Μαρτίου 1906 στο Nησί, που είχαν σαν αποτέλεσμα την πυρπόληση του χωριού και τον θάνατο αθώων Ελλήνων.Το Νησί συμμετείχε ενεργά στον Μακεδονικό Αγώνα, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες τόσο με τους χωρικούς του όσο και με τους καλόγερους της Μονής των Αγίων Αναργύρων.Ήταν από τις ασφαλέστερες και οι σημαντικότερες βάσεις των Ελλήνων ανταρτών. Από το Νησί πέρασαν αλλά και φιλοξενήθηκαν οι περισσότερες μορφές του Μακεδονικού Αγώνα Παπατζανετέας , Δεμέστιχας ,Σταυρόπουλος, Άγρας, Αναγνωστάκος.
Και αυτός ο μετέπειτα θρυλικός «μαύρος καβαλλάρης» Νικόλαος Πλαστήρας πολέμησε στο «Βάλτο» στο σώμα του καπετάν Αγραφιώτη και ίσως πέρασε και έμεινε στο χωριό. Η ενεργός αυτή συμμετοχή του, σε συνδυασμό με την παραλίμνια θέση του, ήταν η αιτία που
υπήρξε στόχος των κομιτατζήδων οι οποίοι με αρχηγούς τους αδίστακτους Αποστόλ, Ζλατάν, Λούκα, Καρατάσο, Στέργιο Βλάχο τρομοκρατούσαν τους κατοίκους των παραπάνω χωριών, οι οποίοι έπαψαν να μπαίνουν άφοβα στη λίμνη για ψάρεμα και για το κόψιμο ραγαζιού και ρακίτας.
(απόσπασμα από την ομιλία που εκφωνήθηκε – 21/3/2105 – στην εκδήλωση για την επέτειο του Ολοκαυτώματος του Νησίου)
Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στους πολλούς πως στην περιοχή μας υπάρχει ένα χωριό που υπέστη την εκδικητική μανία των Βούλγαρων κομιτατζήδων. Είναι το χωριό σας, είναι το Νησί Ημαθίας.
Θα ήθελα λοιπόν εδώ να αναφέρω επιγραμματικά τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν το βράδυ της 14ης προς 15η Μαρτίου 1906 στο Nησί, που είχαν σαν αποτέλεσμα την πυρπόληση του χωριού και τον θάνατο αθώων Ελλήνων.Το Νησί συμμετείχε ενεργά στον Μακεδονικό Αγώνα, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες τόσο με τους χωρικούς του όσο και με τους καλόγερους της Μονής των Αγίων Αναργύρων.Ήταν από τις ασφαλέστερες και οι σημαντικότερες βάσεις των Ελλήνων ανταρτών. Από το Νησί πέρασαν αλλά και φιλοξενήθηκαν οι περισσότερες μορφές του Μακεδονικού Αγώνα Παπατζανετέας , Δεμέστιχας ,Σταυρόπουλος, Άγρας, Αναγνωστάκος.
Και αυτός ο μετέπειτα θρυλικός «μαύρος καβαλλάρης» Νικόλαος Πλαστήρας πολέμησε στο «Βάλτο» στο σώμα του καπετάν Αγραφιώτη και ίσως πέρασε και έμεινε στο χωριό. Η ενεργός αυτή συμμετοχή του, σε συνδυασμό με την παραλίμνια θέση του, ήταν η αιτία που
υπήρξε στόχος των κομιτατζήδων οι οποίοι με αρχηγούς τους αδίστακτους Αποστόλ, Ζλατάν, Λούκα, Καρατάσο, Στέργιο Βλάχο τρομοκρατούσαν τους κατοίκους των παραπάνω χωριών, οι οποίοι έπαψαν να μπαίνουν άφοβα στη λίμνη για ψάρεμα και για το κόψιμο ραγαζιού και ρακίτας.
Στις αρχές του Μάρτη λοιπόν τα ελληνικά σώματα χτύπησαν τα εξαρχικά χωριά Γκόλο Σελο (Γυμνά), Αγία Μαρίνα και Γκολέσανη (Λευκάδια) για να τιμωρήσουν πράκτορες των Βουλγάρων, έτσι εκείνο το βράδυ για αντίποινα οι κομιτατζήδες με πενήντα πέντε άνδρες και με μπουκάλια μπύρας που προμηθεύτηκαν από τη Βέροια γεμάτα πετρέλαιο και κηροζίνη (όπως οι ίδιοι ομολογούν) μπήκαν στο χωριό και το πυρπόλησαν.
Επικράτησε πανικός και όπως είναι φυσικό ο καθένας προσπαθούσε να προστατέψει την οικογένεια και την περιουσία του. Κάηκαν 27 σπίτια (κατά τον Γκόνο), έγιναν ανυπολόγιστες ζημιές και πολλοί χωρικοί έχασαν τα ζώα τους τα οποία είτε κάηκαν είτε σκοτώθηκαν. Το τραγικότερο γεγονός είναι ο χαμός του εξάχρονου Θωμά Σπανού αλλά και του Κωνσταντίνου Σπανού, τους οποίους σκότωσαν οι Βούλγαροι (ο θάνατός τους αναφέρεται στο βιβλίο της ΔΙΣ «ο μακ. Αγώνας και τα εις Θράκην γεγονότα στη σελ. 405). Η γρήγορη επέμβαση των ελληνικών σωμάτων ανάγκασε τους επιδρομείς να αποσυρθούν και να αποφύγει το χωριό τα χειρότερα.
Ας δούμε λοιπόν πως περιγράφει τα γεγονότα μέσα από τα απομνημονεύματά του ο Έλληνας οπλαρχηγός της περιοχής, ο Γιαννιτσιώτης Καπετάν Γκόνος Γιώτας: «Την 12ην Φεβρουαρίου 1906 (προφανώς κάνει λάθος στον μήνα, καθώς ήταν Μάρτιος) οδηγήσας τον αρχηγόν μεθ’ ολοκλήρου του σώματος εις Γκόλο – Σέλο, όπως συλλάβωμεν τον τόσας ζημίας ημίν προσενεγκόντα Διονύσιον Τσέκρελην, επετέθημεν κατά του χωριού. ……Προς κατάπαυσιν του πανικού συνάμα δε και αντεκδίκησιν του πανικού συνεννοηθέντες οι δύο βούλγαροι αρχηγοί Λούκας και Αποστόλ την επομένην της πράξεώς μας επικεφαλής 110 ανδρών επετέθησαν εναντίον του ημετέρου χωρίου Νησί και προέλαβον να κατακαύσωσιν 27 οικίας εν αυτώ, οπότε καταφθάσας ο Ματαπάς (Αναγνωστάκος) συνεπλάκη μετ’ αυτών φονεύσας δύο». (Γκόνου Γιώτα: Περιληπτική έκθεσις των ενεργειών μου.
Όμως θα ήθελα εδώ να αναφέρω κάποια από τα στοιχεία που συγκέντρωσα κατά την έρευνα που πραγματοποίησα για τη συγγραφή της πτυχιακής μου εργασίας με θέμα «Ρουμλούκι. Ιστορία –Λαογραφία –συμμετοχή στο Μακεδονικό αγώνα».
Κατά την έρευνα λοιπόν αυτή έπεσε στα χέρια μου ένα σύγγραμμα που υπογράφει ο Αμερικανός δημοσιογράφος Αλμπερτ Σόνισεν. Ο τίτλος του βιβλίου είναι «ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΑ ΑΝΤΑΡΤΗ» από τις εκδόσεις Πετσίβα. Η αρχική έκδοση έγινε από τον Σόνισεν το 1909.
Ο Α. Σόνισεν επισκέφθηκε τη Μακεδονία την άνοιξη του 1906 ως πολεμικός ανταποκριτής και ακολουθώντας τις συμμορίες επισκέφθηκε κάθε πόλη, χωριό και βουνό στις ταλαιπωρημένες από τις ταραχές περιοχές της Μακεδονίας.
Τις ταραγμένες λοιπόν ημέρες του Μάρτη του 1906 ο Σόνισεν ζούσε μαζί με τους κομιτατζήδες και έκανε το ρεπορτάζ της εποχής στο οποίο αναφέρονται οι εξής κατ’ εμέ αποδείξεις για το σημαντικότατο ρόλο του Νησιού στο Μακεδονικό αγώνα.
Γράφει ο Σόνισεν: Με βάση το ημερολόγιό μου διαπιστώνω ότι τα γεγονότα άρχισαν στις 10 Μαρτίου. «Γίνεται μάχη στη Morenova (Aγία Μαρίνα)» φώναξε κάποιος……Αρχίσαμε να τρέχουμε πηδώντας χαντάκια και φράχτες…… Μπήκαμε βιαστικά στο χωριό, οπλισμένοι χωρικοί μαζεύτηκαν γύρω μας. Η σύγκρουση κράτησε περίπου μισή ώρα … οι χωρικοί σκότωσαν πέντε από δαύτους…
Ο Λούκα ήταν πολύ σκεφτικός …..Αυτό δεν είναι μάχη είπε …ας το αφήσουμε στους Ελληνες και τους Βαζιβουζούκους.
Αλλά …πρόσθεσε άλλη μια επίθεση αν κάνουν μετά θα είναι η σειρά μας.
Το ίδιο βράδυ ξυπνήσαμε από τις κραυγές του φρουρού μας ….η ατμόσφαιρα ήταν βαριά από τη βόμβα που είχε πέσει… οι φλόγες που διακρίνονταν από το δέντρο του φρουρού μας σε λίγο έσβησαν… δεν έγινε μεγάλη συμπλοκή … είχαν δει τις πλάβες τους να φεύγουν προς τα νότια του Νησιού…. (επρόκειτο για την μάχη στο Γκόλο σέλο –Γυμνά).
Μετά την επίθεση στο Γκόλο Σέλο οι Κομιτατζήδες προτείνουν στον αρχηγό τους την αντεκδίκηση. Εκείνος απαντά: «Ναι, είπε, θα το κάνω. Ο Ακρίτας και οι δικοί του κρύβονται στους βάλτους κάτω ακριβώς από το Ελληνικό χωριό Νησί. Από το Νησί προμηθεύονται και ταχυδρόμους και οδηγούς . Αν κάψουμε το Νησί θα φύγουν και ίσως τους πετύχουμε σε κανένα ξέφωτο.»
Έφτασαν στο χωριό αργά το βράδυ και ακροβολίστηκαν περιμένοντας το σύνθημα:
Ξαφνικά η καρδιά μου χοροπήδησε. Μια κόκκινη μπάλα γλίστρησε στον τοίχο ενός σπιτιού. Μια λάμψη και γλώσσες φωτιάς απλώθηκαν γρήγορα στον ουρανό. Αν υπήρχαν κραυγές ανθρώπων δεν με άφηναν να τις ακούσω τα γαβγίσματα των σκυλιών. Και αμέσως μετά ακούστηκαν τρεις ριπές από Μάνλιχερ.
Άλλο ένα σπίτι καιγόταν στο κάτω μέρος του χωριού, ενώ το πρώτο ήδη κατέρρεε. Παρακολουθούσαμε τις φλόγες και το βρυχηθμό της φωτιάς. Παντού μαύρες φιγούρες έτρεχαν πάνω κάτω. Πιο πολλά σπίτια καίγονταν τώρα. Σ’ ένα απ’ αυτά ακούστηκαν πυροβολισμοί από τα παλικάρια του καπετάν Κώστα.
Άλλο ένα σπίτι καιγόταν στο κάτω μέρος του χωριού, ενώ το πρώτο ήδη κατέρρεε. Παρακολουθούσαμε τις φλόγες και το βρυχηθμό της φωτιάς. Παντού μαύρες φιγούρες έτρεχαν πάνω κάτω. Πιο πολλά σπίτια καίγονταν τώρα. Σ’ ένα απ’ αυτά ακούστηκαν πυροβολισμοί από τα παλικάρια του καπετάν Κώστα.
Πού είναι; Γιατί δεν έρχονται; Ο Τουρκικός στρατός είναι εδώ, πάνω απ’ τα κεφάλια μας».
«Δεν είναι στρατός», φώναξε ο Αντόν, που στεκόταν δίπλα μου, «είναι οι Έλληνες αντάρτες». Σκύψαμε γρήγορα και κοιτάξαμε το δρόμο. Ο καπετάν Κώστας είχε καταφθάσει.»
«Δεν είναι στρατός», φώναξε ο Αντόν, που στεκόταν δίπλα μου, «είναι οι Έλληνες αντάρτες». Σκύψαμε γρήγορα και κοιτάξαμε το δρόμο. Ο καπετάν Κώστας είχε καταφθάσει.»
Δεν ήταν βέβαια ο Καπετάν Ακρίτας αλλά ο Μιχάλης Αναγνωστάκος (ο Καπετάν Ματαπάς που είχε έδρα την καλύβα της Τριχοβίστας). Μετά από σύντομη σύγκρουση οι Βούλγαροι υποχωρούν, μπαίνουν στις πλάβες μαζί με τον Αμερικανό δημοσιογράφο και χάνονται στα καλάμια της λίμνης.
Ο Σόνισεν αργότερα κάνει τον απολογισμό της επιχείρησης:
«Η αλήθεια ήταν πως τριάντα από τα σπίτια του χωριού είχαν καεί εντελώς και το επόμενο πρωί οι στρατιώτες βρήκαν στα χωράφια έξι νεκρούς. Ο ένας ήταν ο Αλβανός υπηρέτης που νόμιζε πως το χωριό είχε καταληφθεί από βαζιβουζούκους και βγήκε έξω φωνάζοντας πως είναι Μουσουλμάνος. Κάποιοι άνδρες του Αποστόλ (πρόκειται για τον περίφημο Αποστόλ Πέτκωφ) έχασαν την ψυχραιμία τους και τον σκότωσαν. Ο άλλος νεκρός ήταν ένα νεαρό αγόρι δεκάξι χρονών, που χτυπήθηκε από αδέσποτη σφαίρα, ενώ ένας τρίτος πυροβολήθηκε από τους άντρες του Λούκα, όταν αυτοί τον αναγνώρισαν σαν παλιό καταδότη των παρακείμενων στη Σλάνιτσα χωριών» (Φαίνεται πως ο συγκεκριμένος είχε στοχοποιηθεί καθώς συμμετείχε στην τοπική επιτροπή του Μ. αγώνα). «Οι άλλοι ήταν αναμφίβολα άνδρες του Καπετάν Κώστα» . Οι πληροφορίες του βέβαια ελέγχονται.
Το ολοκαύτωμα του Νησιού είναι μια πραγματικότητα, οι κάτοικοι του χωριού πλήρωσαν την αφοσίωση τους στον Ελληνισμό και στο Πατριαρχείο. Τα καινούργια αυτά στοιχεία από την πλευρά των Βουλγάρων πιστοποιούν αναμφίβολα το μέγεθος της καταστροφής του χωριού και τον ηρωισμό των κατοίκων του Ρουμλουκιού.
Ευτυχώς τα υπόλοιπα χωριά του Ρουμλουκιού δεν υπέστησαν αντίστοιχες καταστροφές είτε γιατί ήταν μακριά από τα κρησφύγετα των κομιτατζήδων, είτε γιατί τα Ελληνικά σώματα τα προστάτευαν επαρκώς. Η περιοχή του Ρουμλουκιού, τα χωριά μας, ο τόπος μας συνέχισαν να αποτελούν τις ασφαλέστερες βάσεις του Ελληνισμού.
Πολλά από τα γεγονότα που περιγράφονται εξιδανικευμένα στα «μυστικά του Βάλτου» από την Πηνελόπη Δέλτα ίσως έγιναν κάπου εδώ. Έτσι με την παλικαριά των αγωνιστών και την ασίγαστη προσφορά των κατοίκων η πλάστιγγα έγειρε αποφασιστικά προς το μέρος των Ελληνικών όπλων, ώσπου στις 24 Ιουλίου του 1908 ο Σουλτάνος μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων επανέφερε σε ισχύ το Σύνταγμα του 1876. Πράξη που έμεινε γνωστή ως «Χουριέτ» και που αποτέλεσε την επίσημη (και προσωρινή) λήξη του μακεδονικού αγώνα.
Η αποκατάσταση της ελευθερίας της Μακεδονίας και η ενσωμάτωσή της στη μητέρα πατρίδα θα γίνει κατά τους νικηφόρους βαλκανικούς πολέμους του 1912- 13.
Αιώνια τιμή και δόξα σ’ όλους αυτούς που αγωνίστηκαν για την ελευθερία της Μακεδονίας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου