Της Χάρις Ποντίδα
Μουσική λάτιν: αν ρωτήσετε έναν Ελληνα τι περιέχει αυτός ο όρος, ίσως μην πάρετε μια ολοκληρωμένη απάντηση, όμως ένα «La Bamba» ή ένα «Μάμπο μπραζιλέιρο» θα μπορέσει να σας το ψιθυρίσει…
Εξαρτάται βέβαια και από τις ηλικίες. Αν είναι πάνω από 35, ίσως και να έχει ζήσει (μέσω των γονιών του) τον «εξωτισμό» των μέσων της δεκαετίας του '80 κατά την οποία μικροί, μεγάλοι (έφηβοι, μωρά στην κούνια κ.λπ.) τραγουδούσαν τα «Μαγικά νησιά» με τη φωνή του Γιώργου Νταλάρα πλέον (και όχι του Τρίο Κιτάρα, όπως ήταν στην αρχική εκτέλεση).
Η μνήμη στην υπηρεσία της τέχνης. Της συνέχειας...
Γιατί εκείνος ο διπλός δίσκος - «Latin» - που κυκλοφόρησε ο Νταλάρας το '87 και έγινε αμέσως ανάρπαστος (οι πωλήσεις του έφτασαν τις 600.000), εκτός του ότι επιβράβευε μια δουλειά που είχε φτιαχτεί με σπάνια υλικά (ακόμη και ο πολύς Αλ Ντι Μεόλα συμμετείχε παίζοντας κιθάρα), είχε μέσα του και τη δύναμη μιας αυθεντικής επιθυμίας...
Το προφίλ του Νταλάρα ως λαϊκού τραγουδιστή στα μέσα του '80, εποχή που το λαϊκό γέμιζε στάδια, δεν ήταν καθόλου συμβατό με τα ελαφρά του '50, πόσω μάλλον με το (άδικα) ενοχοποιημένο λάτιν που τότε για τον περισσότερο κόσμο ήταν συνδεδεμένο με τα σομπρέρο των αδελφών Κατσάμπα.
Αλλά ο Νταλάρας το είχε το «μικρόβιο» από παλιά. «Θα 'μουν 10 χρονών, προς τα τέλη της δεκαετίας του '50, θυμάμαι στις γειτονιές μας πόση θραύση κάνανε αυτά τα τραγούδια της
Παραγουάης, της Αργεντινής, με το Trio Los Panchos ή με τους Los Indios και όλα αυτά τα συγκροτήματα που ταξίδεψαν τη μουσική της Λατινικής Αμερικής».
Σίγουρα έφερε στο κύτταρό του και το δικό μας λατινοχτυπημένο λαϊκό τραγούδι του '50, μέσα από τις πενιές του Χιώτη, του Ζαμπέτα κ.ά.
Δεν είναι τυχαίο που μετά τον Εμφύλιο οι δημιουργοί του ελαφρού τραγουδιού (συνθέτες και στιχουργοί) μοιάζει σαν να θέλουν να ξεχάσουν τα δεινά της Ελλάδας και στρέφονται σε θέματα πιο ευχάριστα.
Ο Μουζάκης, η Σμαρούλα Γιούλη, το Τρίο Κιτάρα, ο Μωράκης, ο Γούναρης και η λαϊκή παράταξη, όπως ο Τσιτσάνης, ο Μητσάκης, ο Παπαϊωάννου, ο Χιώτης, γράφουν τραγούδια που, με λίγο διαφορετική ενορχήστρωση ή άλλον ερμηνευτή, θα μπορούσαν να ανήκουν στα ελαφρά.
Ο Νταλάρας θα ξάφνιαζε τότε αν «ομολογούσε» την αδυναμία του στις ελαφρές ρούμπες και τα μπολερό, αλλά η ψυχή τού μουσικού (και όχι του λαϊκού ειδώλου) τον ξεπερνούσε. Και έψαχνε την ευκαιρία...
Και η ευκαιρία δόθηκε... Μια εκπομπή στην ΕΤ1, «Η πρόβα», με παρουσιάστρια τη Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου. Θέμα της, να παρουσιάζει γνωστούς τραγουδιστές και συνθέτες έτσι όπως δεν τους έχουμε δει ποτέ. Πρώτος καλεσμένος της, ο Γιώργος Νταλάρας.
Και όντως η εκπομπή γίνεται η πρώτη πρόβα του διαφορετικού προσώπου του τραγουδιστή και φέρνει ανήκουστη θεαματικότητα στην «Πρόβα» της ΕΤ1. Σκυμμένος στην κιθάρα του παίζει και τραγουδάει τραγούδια της Λατινικής Αμερικής και της Ισπανίας, και ελληνικά της εποχής του '50 και του '60 που ήταν επηρεασμένα από αυτή τη μουσική.
Μήνες μετά την επιτυχία της «Πρόβας» της ΕΤ1, καλοκαίρι του 1987, κυκλοφόρησε το διπλό lp, «Latin». Στον έναν δίσκο υπάρχουν κομμάτια από τη Βενεζουέλα, το Μεξικό, την Παραγουάη, το Περού, την Κούβα, την Ισπανία και την Πορτογαλία και στον δεύτερο των Χιώτη, Ζαμπέτα, Μωράκη κ.ά.
Το σημαντικό βέβαια είναι ότι τα διασκεύασε και τα ενορχήστρωσε ο ίδιος, έπαιξε ο ίδιος τις κιθάρες, τους έδωσε μια δική του ταυτότητα. «Τα μισά είναι τελείως διασκευασμένα. Μπορεί να μην έχουν σχέση με το πρωτότυπο, αλλά το ήθελα αυτό και το πάλεψα μέσα μου, έχω αλλάξει τις εισαγωγές, έχω προσθέσει πράγματα, έχω αλλάξει όργανα. Το έκανα για μένα. Παίζω διάφορα όργανα, ό,τι μπορώ, αλλά εδώ ήθελα να κάνω την πλάκα μου, το κέφι μου, να παίξω λίγο κιθάρα...» (περιοδικό «Μουσική», τεύχος 115 -116, Ιούνιος 1987).
Μαζί του όμως κάλεσε να... σολάρει και ο διεθνούς φήμης κιθαρίστας Αλ Ντι Μεόλα ο οποίος παίζει Χιώτη, Ζαμπέτα και Μωράκη - μια συμμετοχή πολύ τιμητική τόσο για τον ίδιο όσο και για τον δίσκο.
«La Malaguena», «Una moneda le di», «La Bamba», το πασίγνωστο «Historia de un amor» κ.ά., καθώς και τα ελληνικά «Σε μαγικά νησιά» (εδώ Αλ Ντι Μεόλα και Νταλάρας παίζουν ντουέτο), «Μάμπο μπραζιλέιρο» (με τη φωνή της Αλκηστης Πρωτοψάλτη), «Δεν θέλω πια να ξαναρθείς» με τη συμμετοχή της Γλυκερίας, «Περασμένες μου αγάπες» κ.λπ.
Δίσκος - διαμάντι για την ιστορία μας, τη δική του (και όχι μόνο ως τραγουδιστής αλλά και ως μουσικός), δίσκος «καμπής» για τις μουσικές τάσεις της εποχής. Οι μπόσες, οι ρούμπες, τα μπολερό, τα τσα τσα μπήκαν εκ νέου στον καμβά της καθημερινότητάς μας - χωρίς φόβο ή πάθος αυτή τη φορά.
tanea.gr
Μουσική λάτιν: αν ρωτήσετε έναν Ελληνα τι περιέχει αυτός ο όρος, ίσως μην πάρετε μια ολοκληρωμένη απάντηση, όμως ένα «La Bamba» ή ένα «Μάμπο μπραζιλέιρο» θα μπορέσει να σας το ψιθυρίσει…
Εξαρτάται βέβαια και από τις ηλικίες. Αν είναι πάνω από 35, ίσως και να έχει ζήσει (μέσω των γονιών του) τον «εξωτισμό» των μέσων της δεκαετίας του '80 κατά την οποία μικροί, μεγάλοι (έφηβοι, μωρά στην κούνια κ.λπ.) τραγουδούσαν τα «Μαγικά νησιά» με τη φωνή του Γιώργου Νταλάρα πλέον (και όχι του Τρίο Κιτάρα, όπως ήταν στην αρχική εκτέλεση).
Η μνήμη στην υπηρεσία της τέχνης. Της συνέχειας...
Γιατί εκείνος ο διπλός δίσκος - «Latin» - που κυκλοφόρησε ο Νταλάρας το '87 και έγινε αμέσως ανάρπαστος (οι πωλήσεις του έφτασαν τις 600.000), εκτός του ότι επιβράβευε μια δουλειά που είχε φτιαχτεί με σπάνια υλικά (ακόμη και ο πολύς Αλ Ντι Μεόλα συμμετείχε παίζοντας κιθάρα), είχε μέσα του και τη δύναμη μιας αυθεντικής επιθυμίας...
Το προφίλ του Νταλάρα ως λαϊκού τραγουδιστή στα μέσα του '80, εποχή που το λαϊκό γέμιζε στάδια, δεν ήταν καθόλου συμβατό με τα ελαφρά του '50, πόσω μάλλον με το (άδικα) ενοχοποιημένο λάτιν που τότε για τον περισσότερο κόσμο ήταν συνδεδεμένο με τα σομπρέρο των αδελφών Κατσάμπα.
Αλλά ο Νταλάρας το είχε το «μικρόβιο» από παλιά. «Θα 'μουν 10 χρονών, προς τα τέλη της δεκαετίας του '50, θυμάμαι στις γειτονιές μας πόση θραύση κάνανε αυτά τα τραγούδια της
Παραγουάης, της Αργεντινής, με το Trio Los Panchos ή με τους Los Indios και όλα αυτά τα συγκροτήματα που ταξίδεψαν τη μουσική της Λατινικής Αμερικής».
Σίγουρα έφερε στο κύτταρό του και το δικό μας λατινοχτυπημένο λαϊκό τραγούδι του '50, μέσα από τις πενιές του Χιώτη, του Ζαμπέτα κ.ά.
Δεν είναι τυχαίο που μετά τον Εμφύλιο οι δημιουργοί του ελαφρού τραγουδιού (συνθέτες και στιχουργοί) μοιάζει σαν να θέλουν να ξεχάσουν τα δεινά της Ελλάδας και στρέφονται σε θέματα πιο ευχάριστα.
Ο Μουζάκης, η Σμαρούλα Γιούλη, το Τρίο Κιτάρα, ο Μωράκης, ο Γούναρης και η λαϊκή παράταξη, όπως ο Τσιτσάνης, ο Μητσάκης, ο Παπαϊωάννου, ο Χιώτης, γράφουν τραγούδια που, με λίγο διαφορετική ενορχήστρωση ή άλλον ερμηνευτή, θα μπορούσαν να ανήκουν στα ελαφρά.
Ο Νταλάρας θα ξάφνιαζε τότε αν «ομολογούσε» την αδυναμία του στις ελαφρές ρούμπες και τα μπολερό, αλλά η ψυχή τού μουσικού (και όχι του λαϊκού ειδώλου) τον ξεπερνούσε. Και έψαχνε την ευκαιρία...
Και η ευκαιρία δόθηκε... Μια εκπομπή στην ΕΤ1, «Η πρόβα», με παρουσιάστρια τη Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου. Θέμα της, να παρουσιάζει γνωστούς τραγουδιστές και συνθέτες έτσι όπως δεν τους έχουμε δει ποτέ. Πρώτος καλεσμένος της, ο Γιώργος Νταλάρας.
Και όντως η εκπομπή γίνεται η πρώτη πρόβα του διαφορετικού προσώπου του τραγουδιστή και φέρνει ανήκουστη θεαματικότητα στην «Πρόβα» της ΕΤ1. Σκυμμένος στην κιθάρα του παίζει και τραγουδάει τραγούδια της Λατινικής Αμερικής και της Ισπανίας, και ελληνικά της εποχής του '50 και του '60 που ήταν επηρεασμένα από αυτή τη μουσική.
Μήνες μετά την επιτυχία της «Πρόβας» της ΕΤ1, καλοκαίρι του 1987, κυκλοφόρησε το διπλό lp, «Latin». Στον έναν δίσκο υπάρχουν κομμάτια από τη Βενεζουέλα, το Μεξικό, την Παραγουάη, το Περού, την Κούβα, την Ισπανία και την Πορτογαλία και στον δεύτερο των Χιώτη, Ζαμπέτα, Μωράκη κ.ά.
Το σημαντικό βέβαια είναι ότι τα διασκεύασε και τα ενορχήστρωσε ο ίδιος, έπαιξε ο ίδιος τις κιθάρες, τους έδωσε μια δική του ταυτότητα. «Τα μισά είναι τελείως διασκευασμένα. Μπορεί να μην έχουν σχέση με το πρωτότυπο, αλλά το ήθελα αυτό και το πάλεψα μέσα μου, έχω αλλάξει τις εισαγωγές, έχω προσθέσει πράγματα, έχω αλλάξει όργανα. Το έκανα για μένα. Παίζω διάφορα όργανα, ό,τι μπορώ, αλλά εδώ ήθελα να κάνω την πλάκα μου, το κέφι μου, να παίξω λίγο κιθάρα...» (περιοδικό «Μουσική», τεύχος 115 -116, Ιούνιος 1987).
Μαζί του όμως κάλεσε να... σολάρει και ο διεθνούς φήμης κιθαρίστας Αλ Ντι Μεόλα ο οποίος παίζει Χιώτη, Ζαμπέτα και Μωράκη - μια συμμετοχή πολύ τιμητική τόσο για τον ίδιο όσο και για τον δίσκο.
«La Malaguena», «Una moneda le di», «La Bamba», το πασίγνωστο «Historia de un amor» κ.ά., καθώς και τα ελληνικά «Σε μαγικά νησιά» (εδώ Αλ Ντι Μεόλα και Νταλάρας παίζουν ντουέτο), «Μάμπο μπραζιλέιρο» (με τη φωνή της Αλκηστης Πρωτοψάλτη), «Δεν θέλω πια να ξαναρθείς» με τη συμμετοχή της Γλυκερίας, «Περασμένες μου αγάπες» κ.λπ.
Δίσκος - διαμάντι για την ιστορία μας, τη δική του (και όχι μόνο ως τραγουδιστής αλλά και ως μουσικός), δίσκος «καμπής» για τις μουσικές τάσεις της εποχής. Οι μπόσες, οι ρούμπες, τα μπολερό, τα τσα τσα μπήκαν εκ νέου στον καμβά της καθημερινότητάς μας - χωρίς φόβο ή πάθος αυτή τη φορά.
tanea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου