Γράφει η Σπυριδούλα Κώτση, Παιδοψυχίατρος
..... Με αφορμή δύο πρόσφατες περιπτώσεις παιδιών που παρακολουθώ.
.
.
.
Στα χρόνια που ασκώ το επάγελμά μου έχω παρατηρήσει ότι υπάρχει μεγάλη μερίδα γονιών που (για λόγους που υπαγορεύονται είτε από τα προσωπκά τους "πιστεύω", είτε επειδή δεν γνωρίζουν πώς πρέπει να το κάνουν, είτε επειδή οι απόψεις τους διαμορφώνονται αποκλειστικά με γνώμονα τη "σχολιοκεντρική" νοοτροπία που από ανέκαθεν επικρατούσε στην ελληνική κοινωνία), βάζουν το ζήτημα της μελέτης στο σπίτι πολύ πιο πάνω από την ποιότητα της σχέση με τα παιδιά τους. Κατά τη διάρκεια του διαβάσματος ή με αφορμή αυτό, είναι διατεθειμένοι να εμπλακούν σε κάθε είδους αντιπαράθεση με τα παιδιά, να εκστομίσουν τα χειρότερα λόγια, να ασκήσουν μικρές ή μεγάλες απειλές και να επιβάλλουν τις πιο άδικες και αντιπαιδαγωγικές τιμωρίες.
Το διάβασμα στο σπίτι μπορεί πάρα πολύ εύκολα να εξελιχθεί σε πεδίο χρόνιας διαμάχης ανάμεσα στο παιδί και το γονιό και με τον τρόπο αυτό να γίνει η αφορμή να υποβαθμιστεί ή ακόμα και να ζημιωθεί ανεπανόρθωτα η σχέση μεταξύ τους. Ο γονιός δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά ότι ο ρόλος του δεν είναι ίδιος με εκείνον του σχολικού δασκάλου που καλείται να διδάξει στο παιδί γνώσεις. Ο γονιός έχει την
κύρια υποχρέωση να διαπαιδαγωγήσει τα παιδιά του, καλλιεργώντας τους ταυτόχρονα την αίσθηση μιας ισχυρής αυτοεκτίμησης. Τα όρια, οι απαιτήσεις, τα «πρέπει» που επιβάλλει, πάνε πάντα χέρι, χέρι με την υποστήριξη, τη ενθάρρυνση αλλά και την αίσθηαη αυτοσυγκράτησης, μετριοπάθειας και ισορροπίας που πρέπει να εξασκεί, κυρίως με το παράδειγμά του. Και όλα αυτά μπορούν να χαθούν όταν ξεκινάει η ιστορία της μελέτης στο σπίτι.
Εκεί, λες και η περίσταση το δικαιολογεί, πολλοί γονείς αισθάνονται ότι η αδυναμία, η απροθυμία ή ακόμα και η τεμπελιά που μπορεί να εκδηλώνει το παιδί, τους «νομιμοποιεί» να δείξουν τον πιο ασυγκράτητο, νευρικό, ανώριμο, «μη ενήλικο» εαυτό τους. Αρκεί να "τελειώσουν" σωστά τα διαβάσματα! Μετά από τη συχνά πολύωρη δοκιμασία που περιλαμβάνει όλο το καταστροφικό ρεπερτόριο (φωνές, απειλές, χαρακτηρισμούς, εξαναγκασμό, τιμωρίες, ατελείωτη γκρίνια πάνω από ένα βιβλίο, στερήσεις προνομίων, ακόμα και ξύλο), κάποιοι έχουν την αφελή, ας μου επιτραπεί, εντύπωση ότι μπορούν σα να μη συνέβη τίποτα, να επιστρέψουν στη γνωστή και οικεία συνδιαλλαγή με το παιδί τους…μέχρι την επόμενη φορά... και πάει λέγοντας.
Σαν επαγγελματίας που έρχομαι συνεχώς σε επικοινωνία και στενή επαφή με οικογένειες, μπορώ υπεύθυνα να πω ότι όταν η «πόρτα» της κόντρας για το διάβασμα ανοίξει σε ένα σπίτι, μπορεί να μην κλείσει ποτέ. Η φθορά όμως και το κόστος που αυτή ιστορία προκαλεί στη σχέση των γονιών με τα παιδιά τους είναι το μεγάλο και παραγνωρισμένο ζήτημα. Άλλες φορές φαίνεται άμεσα στο "πάρε -δώσε" του παιδιού με το γονιό στη καθημερνότητα, ενώ σε άλλες, πολλές περιπτώσεις, δε γίνεται αντιληπτή παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά (πχ στην εφηβεία). Τη εποχή δηλαδή που ο γονιός (που έχει προ πολλού χάσει το παιχνίδι της καλής επαφή, σχέσης, επικοινωνίας με το παιδί πάνω στο τραπέζι της σχολικής μελέτης) καλείται να ασκήσει τον πραγματκό παιδαγωγικό του ρόλο, εντονότερα και επαρκέστερα από ποτέ.
Τότε, ως ειδικός που υποδέχομαι συχνά εφήβους με προβλήματα στη συμπεριφορά, το συναίσθημα και τη διαγωγή, διαπιστώνω με μεγάλη μου στεναχώρια τις συνέπεις της χρόνιας και αμοιβαίας «αντιπάθειας» που παγιώθηκε πάνω στο ζήτημα της σχολικής μελέτης. Και είναι επίσης τότε που, αν τύχει και είχαμε επικοινωνήσει στο παρελθόν για κάποια ζητήματα, ακούω τους ίδιους γονείς που για χρόνια είχαν ανάγει το ζήτημα του διαβάσματος σε ζήτημα ζωής και θανάτου, να μου λένε: «Δεν τα πάει καλά στο σχολείο, δε διαβάζει, οι βαθμοί του είναι πολύ χαμηλοί. Αλλά αυτό δε μας πειράζει πλέον.Τώρα έχουμε πολύ σοβαρότερα προβλήματα» …(εννοώντας ότι: δεν μας ακούει σε τίποτα, έχει μπλέξει και τον κάνει ότι θέλει η παρέα, άρχισε να καπνίζει ή να πίνει, λέει σοβαρά ψέματα, είναι επιθετικός εντός και εκτός σχολείου, κάνει κοπάνες, ξοδεύει ασύστολα, κλέβει, έχει εξαρτηθεί από το Διαδίκτυο, τα «σπάει»μέσα στο σπίτι, δε βοηθά σε τίποτα, μας βρίζει, απειλεί να κάνει κακό στον εαυτό του ή σε εμάς………… για να αναφέρω λίγα από αυτά που ακούω). Και ζητούν βοήθεια, χωρίς να μπορούν να κάνουν τη σύνδεση ανάμεσα στην αποικοδόμηση στις σχέσεις τους με το παιδί που για χρόνια κατάφερε το ζήτημα της σχολικής επίδοσης-μελέτης και στην σημερινή απροθυμία του πλέον να τους σεβαστεί, να τους λάβει υπόψη ή να υπακούσει στους κανόνες που βάζουν...
Δεν είμαι εκπαιδευτικός, είμαι ωστόσο σε θέση να γνωρίζω πώς μπορεί ένας γονιός να διαχειριστεί το θέμα της σχολικής μελέτης των παιδιών. Για το λόγο αυτό μπορώ και πάλι, με τρόπο απόλυτο μάλιστα, να πω ότι το διάβασμα στο σπίτι δεν είναι ζήτημα μόνο τεχνικής και μεθόδου. Οι καλύτερες τεχνικές και μέθοδοι έιναι καταδικασμένες σε αποτυχία, αν δεν εφαρμόζονται μέσα στο κατάλληλο κλίμα. Ο καλύτερος δάσκαλος του κόσμου δε θα καταφέρει παρά ελάχιστα, αν έχει απέναντί του ένα αποθαρρυμένο, απογοητευμένο, μη κινητοποιημένο και το κυριότερο, θυμωμένο, μαθητή (οι γονείς που είναι οι ίδιοι εκπαιδευτικοί το γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον, τουλάχιστον οι πιο συνειδτοποιημένοι). Πόσο μάλλον ο μέσος γονιός που δεν είναι εκπαιδευτικός και η δουλειά του δεν είναι να πηγαίνει το παιδί του διαβασμένο στο σχολείο, με κάθε κόστος.
Η βασική δουλειά την οποία πρέπει πάση θυσία να επιτελέσει, είναι να αναθρέψει ένα ψυχικά, συναισθηματικά και κοινωνικά υγιές και ισορροπημένο παιδί και να το διαπαιδαγωγήσει έχοντας οικοδομήσει μια, όσο είναι δυνατόν, επαρκή και καλή σχέση μαζί του. Εκεί βρίσκεται το "κλειδί" της γονεικής επιτυχίας, γιατί πάνω σε αυτήν ακριβώς τη σχέση θα "βλαστήσει" κάθε παρέμβαση, κάθε καθοδήγηση, κάθε "πρέπει" και "μη" που ο γονιός, από αγάπη και ενδιαφέρον για το παιδί, θα του απευθύνει. Αυτή η σχέση θα είναι το σωσίβιο, το σημείο αναφοράς, η πυξίδα όταν τα πράγματα θα δυσκολέψουν.
Ειδικά σήμερα που οι οικογένειες, και κατ΄επέκταση τα παιδιά, έχουν τόσα πολλά, σοβαρά και πολύπλοκα προβλήματα και καταστάσεις να αντιμετωπίσουν, οι γονείς πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για απώλεις και ζημιές σε αυτή τη σχέση. Το σχολείο με τα μαθήματα που παρέχει έχει τη θέση του, η οποία είναι ωστόσο συμπληρωματική στα εφόδια (και δεν αναφέρομαι στη γνώση που στις μέρες μας περισσεύει) τα οποία κάθε παιδί πρέπει να έχει για να καταφέρει να ανταπεξέλει σε ένα κόσμο που, πραγματικά, είναι ιδιαίτερα σκληρός και δύσκολος για τους πιο επιβαρυμένους ψυχικά, συναισθηματικά και συμπεριφορικά ανθρώπους, ακόμα κι όταν αυτοί διαθέτουν υψηλή μόρφωση, πτυχία και γνώσεις.
Σας ευχαριστώ που διαβάσατε τους προβληματισμούς μου.
Σπυριδούλα Κώτση
Παιδοψυχίατρος
..... Με αφορμή δύο πρόσφατες περιπτώσεις παιδιών που παρακολουθώ.
.
.
.
Στα χρόνια που ασκώ το επάγελμά μου έχω παρατηρήσει ότι υπάρχει μεγάλη μερίδα γονιών που (για λόγους που υπαγορεύονται είτε από τα προσωπκά τους "πιστεύω", είτε επειδή δεν γνωρίζουν πώς πρέπει να το κάνουν, είτε επειδή οι απόψεις τους διαμορφώνονται αποκλειστικά με γνώμονα τη "σχολιοκεντρική" νοοτροπία που από ανέκαθεν επικρατούσε στην ελληνική κοινωνία), βάζουν το ζήτημα της μελέτης στο σπίτι πολύ πιο πάνω από την ποιότητα της σχέση με τα παιδιά τους. Κατά τη διάρκεια του διαβάσματος ή με αφορμή αυτό, είναι διατεθειμένοι να εμπλακούν σε κάθε είδους αντιπαράθεση με τα παιδιά, να εκστομίσουν τα χειρότερα λόγια, να ασκήσουν μικρές ή μεγάλες απειλές και να επιβάλλουν τις πιο άδικες και αντιπαιδαγωγικές τιμωρίες.
Το διάβασμα στο σπίτι μπορεί πάρα πολύ εύκολα να εξελιχθεί σε πεδίο χρόνιας διαμάχης ανάμεσα στο παιδί και το γονιό και με τον τρόπο αυτό να γίνει η αφορμή να υποβαθμιστεί ή ακόμα και να ζημιωθεί ανεπανόρθωτα η σχέση μεταξύ τους. Ο γονιός δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά ότι ο ρόλος του δεν είναι ίδιος με εκείνον του σχολικού δασκάλου που καλείται να διδάξει στο παιδί γνώσεις. Ο γονιός έχει την
κύρια υποχρέωση να διαπαιδαγωγήσει τα παιδιά του, καλλιεργώντας τους ταυτόχρονα την αίσθηση μιας ισχυρής αυτοεκτίμησης. Τα όρια, οι απαιτήσεις, τα «πρέπει» που επιβάλλει, πάνε πάντα χέρι, χέρι με την υποστήριξη, τη ενθάρρυνση αλλά και την αίσθηαη αυτοσυγκράτησης, μετριοπάθειας και ισορροπίας που πρέπει να εξασκεί, κυρίως με το παράδειγμά του. Και όλα αυτά μπορούν να χαθούν όταν ξεκινάει η ιστορία της μελέτης στο σπίτι.
Εκεί, λες και η περίσταση το δικαιολογεί, πολλοί γονείς αισθάνονται ότι η αδυναμία, η απροθυμία ή ακόμα και η τεμπελιά που μπορεί να εκδηλώνει το παιδί, τους «νομιμοποιεί» να δείξουν τον πιο ασυγκράτητο, νευρικό, ανώριμο, «μη ενήλικο» εαυτό τους. Αρκεί να "τελειώσουν" σωστά τα διαβάσματα! Μετά από τη συχνά πολύωρη δοκιμασία που περιλαμβάνει όλο το καταστροφικό ρεπερτόριο (φωνές, απειλές, χαρακτηρισμούς, εξαναγκασμό, τιμωρίες, ατελείωτη γκρίνια πάνω από ένα βιβλίο, στερήσεις προνομίων, ακόμα και ξύλο), κάποιοι έχουν την αφελή, ας μου επιτραπεί, εντύπωση ότι μπορούν σα να μη συνέβη τίποτα, να επιστρέψουν στη γνωστή και οικεία συνδιαλλαγή με το παιδί τους…μέχρι την επόμενη φορά... και πάει λέγοντας.
Σαν επαγγελματίας που έρχομαι συνεχώς σε επικοινωνία και στενή επαφή με οικογένειες, μπορώ υπεύθυνα να πω ότι όταν η «πόρτα» της κόντρας για το διάβασμα ανοίξει σε ένα σπίτι, μπορεί να μην κλείσει ποτέ. Η φθορά όμως και το κόστος που αυτή ιστορία προκαλεί στη σχέση των γονιών με τα παιδιά τους είναι το μεγάλο και παραγνωρισμένο ζήτημα. Άλλες φορές φαίνεται άμεσα στο "πάρε -δώσε" του παιδιού με το γονιό στη καθημερνότητα, ενώ σε άλλες, πολλές περιπτώσεις, δε γίνεται αντιληπτή παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά (πχ στην εφηβεία). Τη εποχή δηλαδή που ο γονιός (που έχει προ πολλού χάσει το παιχνίδι της καλής επαφή, σχέσης, επικοινωνίας με το παιδί πάνω στο τραπέζι της σχολικής μελέτης) καλείται να ασκήσει τον πραγματκό παιδαγωγικό του ρόλο, εντονότερα και επαρκέστερα από ποτέ.
Τότε, ως ειδικός που υποδέχομαι συχνά εφήβους με προβλήματα στη συμπεριφορά, το συναίσθημα και τη διαγωγή, διαπιστώνω με μεγάλη μου στεναχώρια τις συνέπεις της χρόνιας και αμοιβαίας «αντιπάθειας» που παγιώθηκε πάνω στο ζήτημα της σχολικής μελέτης. Και είναι επίσης τότε που, αν τύχει και είχαμε επικοινωνήσει στο παρελθόν για κάποια ζητήματα, ακούω τους ίδιους γονείς που για χρόνια είχαν ανάγει το ζήτημα του διαβάσματος σε ζήτημα ζωής και θανάτου, να μου λένε: «Δεν τα πάει καλά στο σχολείο, δε διαβάζει, οι βαθμοί του είναι πολύ χαμηλοί. Αλλά αυτό δε μας πειράζει πλέον.Τώρα έχουμε πολύ σοβαρότερα προβλήματα» …(εννοώντας ότι: δεν μας ακούει σε τίποτα, έχει μπλέξει και τον κάνει ότι θέλει η παρέα, άρχισε να καπνίζει ή να πίνει, λέει σοβαρά ψέματα, είναι επιθετικός εντός και εκτός σχολείου, κάνει κοπάνες, ξοδεύει ασύστολα, κλέβει, έχει εξαρτηθεί από το Διαδίκτυο, τα «σπάει»μέσα στο σπίτι, δε βοηθά σε τίποτα, μας βρίζει, απειλεί να κάνει κακό στον εαυτό του ή σε εμάς………… για να αναφέρω λίγα από αυτά που ακούω). Και ζητούν βοήθεια, χωρίς να μπορούν να κάνουν τη σύνδεση ανάμεσα στην αποικοδόμηση στις σχέσεις τους με το παιδί που για χρόνια κατάφερε το ζήτημα της σχολικής επίδοσης-μελέτης και στην σημερινή απροθυμία του πλέον να τους σεβαστεί, να τους λάβει υπόψη ή να υπακούσει στους κανόνες που βάζουν...
Δεν είμαι εκπαιδευτικός, είμαι ωστόσο σε θέση να γνωρίζω πώς μπορεί ένας γονιός να διαχειριστεί το θέμα της σχολικής μελέτης των παιδιών. Για το λόγο αυτό μπορώ και πάλι, με τρόπο απόλυτο μάλιστα, να πω ότι το διάβασμα στο σπίτι δεν είναι ζήτημα μόνο τεχνικής και μεθόδου. Οι καλύτερες τεχνικές και μέθοδοι έιναι καταδικασμένες σε αποτυχία, αν δεν εφαρμόζονται μέσα στο κατάλληλο κλίμα. Ο καλύτερος δάσκαλος του κόσμου δε θα καταφέρει παρά ελάχιστα, αν έχει απέναντί του ένα αποθαρρυμένο, απογοητευμένο, μη κινητοποιημένο και το κυριότερο, θυμωμένο, μαθητή (οι γονείς που είναι οι ίδιοι εκπαιδευτικοί το γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον, τουλάχιστον οι πιο συνειδτοποιημένοι). Πόσο μάλλον ο μέσος γονιός που δεν είναι εκπαιδευτικός και η δουλειά του δεν είναι να πηγαίνει το παιδί του διαβασμένο στο σχολείο, με κάθε κόστος.
Η βασική δουλειά την οποία πρέπει πάση θυσία να επιτελέσει, είναι να αναθρέψει ένα ψυχικά, συναισθηματικά και κοινωνικά υγιές και ισορροπημένο παιδί και να το διαπαιδαγωγήσει έχοντας οικοδομήσει μια, όσο είναι δυνατόν, επαρκή και καλή σχέση μαζί του. Εκεί βρίσκεται το "κλειδί" της γονεικής επιτυχίας, γιατί πάνω σε αυτήν ακριβώς τη σχέση θα "βλαστήσει" κάθε παρέμβαση, κάθε καθοδήγηση, κάθε "πρέπει" και "μη" που ο γονιός, από αγάπη και ενδιαφέρον για το παιδί, θα του απευθύνει. Αυτή η σχέση θα είναι το σωσίβιο, το σημείο αναφοράς, η πυξίδα όταν τα πράγματα θα δυσκολέψουν.
Ειδικά σήμερα που οι οικογένειες, και κατ΄επέκταση τα παιδιά, έχουν τόσα πολλά, σοβαρά και πολύπλοκα προβλήματα και καταστάσεις να αντιμετωπίσουν, οι γονείς πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για απώλεις και ζημιές σε αυτή τη σχέση. Το σχολείο με τα μαθήματα που παρέχει έχει τη θέση του, η οποία είναι ωστόσο συμπληρωματική στα εφόδια (και δεν αναφέρομαι στη γνώση που στις μέρες μας περισσεύει) τα οποία κάθε παιδί πρέπει να έχει για να καταφέρει να ανταπεξέλει σε ένα κόσμο που, πραγματικά, είναι ιδιαίτερα σκληρός και δύσκολος για τους πιο επιβαρυμένους ψυχικά, συναισθηματικά και συμπεριφορικά ανθρώπους, ακόμα κι όταν αυτοί διαθέτουν υψηλή μόρφωση, πτυχία και γνώσεις.
Σας ευχαριστώ που διαβάσατε τους προβληματισμούς μου.
Σπυριδούλα Κώτση
Παιδοψυχίατρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου