Γράφει ο Βασίλης Κουϊδης
Το αυτονόητο ανθρώπινο δικαίωμα σε μια δημοκρατική, πλουραλιστική κοινωνία για ισάξια και ισότιμη συμμετοχή στο εκπαιδευτικό, κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι εκφράζεται μέσα από το αίτημα για Ένα Σχολείο που να περιλαμβάνει όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από τις φυσικές, πνευματικές, κοινωνικές, συναισθηματικές, γλωσσικές ή άλλες καταστάσεις.
Το αίτημα αυτό δεν είναι καινούριο. Διατυπώθηκε από τον μεγάλο παιδαγωγό Κομένιο ο οποίος στη «Μεγάλη Διδακτική» διακήρυξε «ότι μπορούμε και πρέπει να διδάσκουμε τα πάντα σε όλους τους ανθρώπους». Το όραμα του Κομένιου για λόγους οικονομικούς (απαιτούνται αυξημένα κονδύλια και συνεχή οικονομική στήριξη), πολιτικούς (παραίτηση από ιδεολογικά σύμβολα που εξασφαλίζουν την ηγεμονία της άρχουσας τάξης) και κοινωνικούς (διατάραξη του αναπαραγωγικού ρόλου του σχολείου και των υφιστάμενων δομών εξουσίας), παραμένει ανεκπλήρωτο.
Επανέρχεται στις μέρες μας ως ανάγκη πια, κάτω από την πίεση των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων, των κρίσεων, των αλλαγών και των πορισμάτων των ειδικών των Επιστημών της Αγωγής. Ένα σχολείο «ανοικτό» σε όλους, μία Παιδαγωγική που σέβεται την ιδιαιτερότητα, την αυθεντικότητα, τη μοναδικότητα κάθε μαθητή/τριας και που σύμφωνα με τον Giroux στοχεύει στον κοινωνικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό μετασχηματισμό κρίνονται απαραίτητα για την καλύτερη και πληρέστερη ανάπτυξη όλων των παιδιών και για την επίτευξη μιας δικαιότερης και δημοκρατικότερης κοινωνίας.
Ένα Σχολείο για Όλα τα παιδιά δεν σημαίνει απλώς τη χωροταξική συνύπαρξη ατόμων με διαφορετικό φύλο, καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, αντίληψη του κόσμου, σωματικές ικανότητες, «μορφωτικό» κεφάλαιο αλλά την χωρίς αποκλεισμούς πρόσβαση και συμμετοχή τους στα δημόσια και κοινωνικά αγαθά της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ζωής. Σημαίνει επίσης ένα σχολείο ευέλικτο και εύκαμπτο απέναντι στις διαφορετικές ικανότητες και προϋποθέσεις μάθησης των παιδιών, που προάγει και στηρίζει ατομικά κάθε μαθητή/τρια και δεν προσπαθεί να μειώσει και να ομοιοποιήσει τη μειονότητα.
Για την επιτυχία του εγχειρήματος αυτού δεν αρκεί μόνο η θεσμοθέτησή του αλλά κρίνεται απαραίτητη και η ύπαρξη βασικών προϋποθέσεων όπως οι παρακάτω:
• Πολιτική βούληση για ριζικές μεταρρυθμίσεις στις κοινωνικές δομές, στο σύνολο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της οργάνωσης του σχολείου κρίνεται ως η βασική προϋπόθεση. Η παρέμβαση των κρατικών μηχανισμών θα είναι αποτελεσματική μόνο αν γίνει στο σύστημα ως «όλον». Συμπληρωματικά ενισχυτικά μέτρα, αυξημένη οικονομική ενίσχυση, σύγκρουση με την καθεστηκυία τάξη που αντιδρά στις αλλαγές, κρίνονται απαραίτητα.
• Σχεδιασμός νέων αναλυτικών προγραμμάτων που θα λαμβάνουν υπόψη τέσσερις βασικές παραμέτρους:
1. Την κοινωνία και τις απαιτήσεις της.
2. Τα πολιτισμικά αγαθά.
3. Τα νέα επιστημονικά δεδομένα
4. Το άτομο και τις ανάγκες του.
• Αλλαγές στις μορφές διδασκαλίας. Προσανατολισμός της διδασκαλίας στη «ζώνη επικείμενης ανάπτυξης»του κάθε παιδιού μέσα στο πλαίσιο συνεργατικών δραστηριοτήτων. Καταλληλότερες μορφές κρίνονται η ομαδοσυνεργατική, το project, η παιδοκεντρική, η κριτική επικοινωνιακή διδασκαλία. Σημασία έχει ακόμη ο εβδομαδιαίος προγραμματισμός και η ελεύθερη εργασία.
• Αναδόμηση σχολικών κτιρίων-διαμόρφωση κατάλληλων χώρων. Τα σχολεία οφείλουν να είναι προσβάσιμα σε όλους και να εξασφαλίζουν την άνετη παραμονή των παιδιών.
• Αξιολόγηση και εκσυγχρονισμός εποπτικού υλικού. Τα κατάλληλα μέσα ενισχύουν τη μέθοδο που επιλέγουμε και βοηθούν πολλά από τα παιδιά να συμμετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία.
• Εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης. Η αξιολόγηση θα διαπιστώνει, θα καταγράφει την ατομική και ομαδική πορεία και θα έχει ανατροφοδοτικό χαρακτήρα.
• Ολιγομελή τμήματα. Ο μικρός αριθμός μαθητών /τριών στην τάξη επιτρέπει τη μεγαλύτερη στήριξη και εποπτεία τους.
• Επιστημονική κατάρτιση -επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, υιοθέτηση θετικής στάσης αυτών απέναντι στο έργο που αναλαμβάνουν, συνειδητοποίηση της πολιτικής πράξης που επιτελούν, συνεργατική διάθεση και ενεργητική συμμετοχή τους αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την υλοποίηση του «Σχολείου για Όλους».
• Συμμετοχή και συνεργασία εκπαιδευτικών, γονέων, συλλογικών φορέων και κοινωνικών εταίρων. Η συνεκπαίδευση δεν είναι μεμονωμένη προσπάθεια αλλά απαιτεί την εμπλοκή ολόκληρης της κοινωνίας για να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Στο παραδοσιακό σχολείο υπάρχει μια πλαστή απεικόνιση της πραγματικότητας αφού οι διαφορές, οι αντιθέσεις και οι ελλείψεις της κοινωνίας αποκρύπτονται ενώ προβάλλεται το ενιαίο, αδιάσπαστο και εκλεπτυσμένο προσωπείο της. Το «Σχολείο για Όλους» βασίζεται στη διαφορετικότητα, στην ιδιαιτερότητα, στα ατομικά χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες κάθε παιδιού. Το σχολείο αυτό δίνει τη δυνατότητα σε όλα τα παιδιά για κοινή ζωή, κοινή μάθηση και συναντίληψη της ολότητας της κοινωνίας. Συνενώνει τους κόσμους των «κανονικών» και των «άλλων», ανατρέπει(άρει) τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις, ενδυναμώνει την αποδοχή του διαφορετικού, οικοδομεί το σεβασμό στην ετερότητα, προάγει την αλληλοκατανόηση, την αλληλεγγύη και την αρμονική συμβίωση των ανθρώπων. Σύμφωνα με τον Freire «για να υπάρξει ένας αυθεντικός πολιτισμικός πλουραλισμός είναι θεμελιακή η σημασία μιας ορισμένης ενότητας στο πλαίσιο της διαφοράς, προϋποθέτοντας τον αμοιβαίο σεβασμό ανάμεσα στις ποικίλες πολιτισμικές εκφράσεις που συγκροτούν το όλο».
Οι μαθητές/ μαθήτριες στο «Σχολείο για Όλους» μέσα από την καθημερινή αλληλεπίδραση ενδυναμώνουν την ταυτότητά τους, ενισχύουν την αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση και αυτοαποτελεσματικότητά τους, οδηγούνται στην αυτοβελτίωσή τους και στη διαμόρφωση ολοκληρωμένων χαρακτήρων. Μέσα από την ενεργητική συμμετοχή τους στο σχεδιασμό και την υλοποίηση των σχολικών δραστηριοτήτων εφοδιάζονται με στρατηγικές λήψης αποφάσεων και ενός ευρέου φάσματος συμπεριφορών ενώ παράλληλα αξιολογούν προσπάθειες, πράξεις και συμπεριφορές τόσο δικές τους όσο και συμμαθητών τους. Με αυτόν τον τρόπο μαθαίνουν να παρεμβαίνουν ενεργητικά, να συγκρούονται με σκοταδιστικές αντιλήψεις, να μάχονται για κοινωνικές αλλαγές, να συνδιαμορφώνουν τις κοινωνικές εξελίξεις και να προωθούν τις αρχές της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι δεν αναφερόμαστε μόνο σε ένα νέο σχολείο αλλά και σε μια νέα πραγματικότητα , σε ένα να νέο πολιτισμό.
«Κανονικό κάθε τι ανθρώπινο». Έτσι και το «Σχολείο για όλα τα παιδιά» επιβάλλεται να περιλαμβάνει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη χωρίς να χαράζει διαχωριστικές γραμμές. Ο αποκλεισμός μεγάλου αριθμού παιδιών από το σχολείο στηρίχθηκε και στηρίζεται σε παιδαγωγικά ιδεολογήματα που καθορίζουν την έννοια της «κανονικότητας» ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στο ευρύτερο περιβάλλον. Αν χρησιμοποιηθούν κριτήρια ως προς τις «δυνατότητες» των παιδιών, στην ουσία υιοθετούνται ξανά πρακτικές επιλογής και απλά επαναδιαπραγματευόμαστε την «κανονικότητα» δίνοντάς της νέο νόημα. Επαναξιολογούνται και αλλάζουν δηλαδή τα όρια χωρίς όμως να καταργούνται. Τότε δεν έχουμε ένα Σχολείο που να ανταποκρίνεται στη θεώρηση του ανθρώπου ως όλου και να αποδέχεται το βασικό υπαρξιακό δικαίωμα για συνύπαρξη αλλά πάλι ένα Σχολείο που εξαιρεί και αποκλείει κάποιους άλλους «διαφορετικούς». Χωρίς όρια, χωρίς διαχωρισμούς, πραγματικά «Ένα Σχολείο για Όλα τα Παιδιά».
Σίγουρα η δημιουργία ενός τέτοιου σχολείου δεν είναι εύκολη υπόθεση. Δεν είναι όμως και ουτοπία. Είναι η απάντηση όλων αυτών που επιλέγουν την υπεράσπιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ως την ύψιστη αξία του πολιτισμού μας. Είναι η απάντηση των μάχιμων εκπαιδευτικών υπέρ της θέσης «τα καλύτερα όνειρα στη ζωή μας είναι τα συλλογικά»
Ο ΚΟΥΪΔΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ "ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ" ΣΤΟ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (ΠΤΔΕ) ΤΟΥ ΑΠΘ