Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2011

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ Μέρος Τρίτο

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ  «ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ» ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΤΡΙΚΟΥΠΗ 
Γράφει ο Γρηγόρης Γιοβανόπουλος, Δάσκαλος με ειδίκευση στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας και του νεοελληνικού Πολιτισμού


Tέλος 2ου μέρους που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου
 .............Ο Κωνσταντίνος παρόλα τα ελαττώματά του ήταν στρατιωτικός και γνώριζε καλά τη σημασία του ηθικού. Προσπάθησε με την παρουσία του στο μέτωπο, τις παρασημοφορήσεις , τις επιθεωρήσεις και τις παρελάσεις να ανεβάσει το φρόνημα των οπλιτών αλλά…………
 Ν. Τρικούπης: « κατά την διάβασιν του αυτοκινήτου του φέροντος τον βασιλέα εις την τελετην , ηκούσθησαν ζωηραί κραυγαί των ευρισκομένων εκατέρωθεν της οδού στρατιωτών οίτινες εφώναζον : «Απόλυσιν! Απόλυσιν»
Η ίδια κραυγή ακούστηκε και προς τον Πρωθυπουργό Γούναρη (τον πάλαι ποτέ πολλά υποσχόμενο αρχηγό των «Ιαπώνων»)...
Μέρος 3ο
Η σήψη είχε προχωρήσει και η κυβέρνηση του Γούναρη δεν μπορούσε να την αντιμετωπίσει. Χρειαζόταν εθνική πανστρατιά , επαναφορά των εκδιωχθέντων αξιωματικών ,ενεργοποίηση του Βενιζέλου, ένας ικανός ,σκληρός και με όραμα αρχιστράτηγος (σαν τον Πάγκαλο) και ίσως κάτι έστω και την τελευταία στιγμή να σωζόταν . Δυστυχώς όμως το μικρόβιο της φυλής θεριεύει σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές. Και να γιατί
     Από το Λονδίνο ο Βενιζέλος ειδοποιεί τον Καλογερόπουλο και αποφασίζεται να συναντηθεί με τον Γούναρη μυστικά προκειμένου από κοινού να γλιτώσουν την Ελλάδα από την καταστροφή. Την τελευταία στιγμή όμως ένας δημοσιογράφος από αυτούς που συνόδευαν την ελληνική αντιπροσωπεία , καυστικός στα κείμενά του απειλεί τον Γούναρη ότι αν συναντηθεί με τον Βενιζέλο θα το αποκαλύψει και …  «θα ξεσπάσει τέτοιο σκάνδαλο ώστε κ. Πρόεδρε δεν θα μπορέσετε να επιστρέψετε στην Αθήνα».
    Η συνάντηση δεν έγινε , η ευκαιρία χάθηκε και ο αρθρογράφος δημοσίευσε ανενόχλητος το «οίκαδε» και τους «Πομερανούς» του.
(το γεγονός επιβεβαιώθηκε το 1932 στη Βουλή από τον Βενιζέλο και τον Π. Τσαλδάρη του Λαϊκού κόμματος).
   Οι γνωρίζοντες ιστορία καταλαβαίνουν ποιος ήταν αυτός ο αρθρογράφος
    Στο μέτωπο οι εναπομείναντες οπλίτες ,όλοι αυτοί που δεν έλαβαν άδεια χωρίς επιστροφή , αυτοί που δεν λιποτάκτησαν , αυτοί που ήταν στην πρώτη γραμμή αγανακτούν με τις χιλιάδες των φυγόστρατων ,όμως λύση δεν βρίσκεται
Τραγικές οι επιστολές των οικείων τους που βιώνουν την ανείπωτη συμφορά βλέποντας τους φυγόστρατους και τους λιποτάκτες ανενόχλητους.
Ν. Τρικούπης «κατά την λογοκρισίαν των επιστολών ,μοι εδόθη αφορμή να ανγνώσω τοιαύτας οπλιτών προερχομένας εκ των εν τω εσωτερικω παραμενουσών οικογενειών των………………..»
«Διατί μας εγκατέλειψες; Δεν μας λυπάσαι;. Επώλησα όλα τα ζώα μας και όσα είχα χρυσαφικά δια να εξοικονομίσω τα προς το ζην…………………..Μου γράφεις πως δεν ημπορείς να έλθης διότι δεν σου δίδουν άδειαν. Διατί ψεύδεσαι; Πώς ευρίσκονται εις το χωρίο προ καιρού οι Γ. ,Δ. ,Κ. , Π., οι οποίοι καλλιεργούν τα χωράφια των ,χωρίς να τους ενοχλεί κανείς;………………..».
      Ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολλά για την μοιραία πολιτική αλλαγή, τις ευθύνες της παράταξης που ανέλαβε την εξουσία , το σύνθημα «Οίκαδε» ή τους «Πομερανούς» του φανατισμένου κονδυλοφόρου καθοδηγητή και  υποστηρικτή τους , του ανθρώπου που ματαίωσε τη συνάντηση του Γούναρη με τον Βενιζέλο αλλά εκτός από αυτούς που στην αρχή διψούσαν για δόξα θέλοντας
να φτάσουν το Στρατό μας στον Άλυ ποταμό ,υπήρχε και μια μικρότερη αλλά δυναμική και φανατισμένη πολιτική δύναμη που έπαιξε το δικό της ρόλο στις εξελίξεις.
     Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση η νέα δύναμη που προέκυψε, η Σοβιετική Ένωση ,θέλοντας να σταθεροποιήσει τη θέση της δημιουργεί και υποθάλπει τις αναταραχές στις άλλες χώρες . «Αναλαμβάνει τον αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού ,συμμαχεί με τον Δημοκράτη, Σοσιαλιστή, μετριοπαθή,  Κεμάλ» (στρατοκράτη,αυταρχικό ,γενοκτόνο) και στέλνει οδηγίες στους Έλληνες κομμουνιστές να προπαγανδίζουν πως ο Βενιζέλος έκανε την εκστρατεία για να κερδίσουν οι Άγγλοι τα πετρέλαια της Μοσούλης, πως η εκστρατεία είναι αποικιοκρατική , πως δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτε με τον τουρκικό λαό (και ας θρηνούμε ακόμη τις 353.000 θύματα της ποντιακής γενοκτονίας) και πολλά άλλα………….
 Ν . Τρικούπης: «Εις την δυσφορίαν των οπλιτών συνετέλεσεν ουκ ολίγον επίσης , αφ ‘ενός μεν η εν Ελλάδι Μπολσεβικική προπαγάνδα , ήτις δι’ επιστολών προς οπλίτας προσεπάθει νε επιτύχει την διάλυσιν του στρατού και αφ ετέρου η εν Αθήναις εκδιδομένη εφημερίς «Ριζοσπάστης» ης η κυκλοφορία δεν επιτρέπετο μεν εις το στράτευμα ,διεβιβάζετο όμως αύτη εις τον στρατόν του μετώπου δια του εχθρικού στρατού , ριπτόμενη από αεροπλάνων ,ή δι εχθρικών περιπολιών ,αίτινες κατά την νύκτα προχωρούσαι μέχρι των ημετέρων συρματοπλεγμάτωνάφηνον ήεξήρτων επί πασσάλων ολόκληρα δέματα εφημερίδων «Ριζοσπάστης».
    Σίγουρα δεν ήταν αυτή η  δράση της τότε Αριστεράς η  μόνη ή η σημαντικότερη αιτία της συμφοράς. Όπως επίσης είναι σίγουρο πως πλείστοι όσοι οπαδοί της Αριστεράς θα αμφισβητήσουν αυτά τα στοιχεία . Όμως το φύλλο του «Ριζοσπάστη» της 12ης Ιουλίου του 1935 είναι αρκούντως διαφωτιστικό.
 «Αν δεν νικιόμασταν στη Μ.Ασία, η Τουρκία θα 'τανε σήμερα πεθαμένη και εμείς μεγάλη Ελλάδα. Τη "λευτεριά" μας θα την στηρίζαμε στην υποδούλωση του Τουρκικού λαού. Αυτό εμείς δεν το δεχόμαστε. Το αποκρούουμε κατηγορηματικά. Η αστικοτσιφλικάδικη Ελλάδα στη Μ.Ασία πήγε όχι σαν εθνικός απελευθερωτής μα σαν ιμπεριαλιστική δύναμη, όργανο των εγγλέζων μεγαλοκαρχαριών. Πήγαινε όχι μόνο για να διαιωνίσει την ξενική κυριαρχία πάνω στον Τουρκικό λαό μα και να κάνει την Τουρκία αντισοβιετικό ορμητήριο. Γι' αυτό εμείς όχι μόνο δεν λυπηθήκαμε για την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στη Μικρασία μα και την επιδιώξαμε….» ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ ΣΤΙΣ 12/07/1935.
    Στο μέτωπο τώρα τα πράγματα γίνονταν κάθε μέρα και πιο δύσκολα .Εκτός από τη διάχυτη απογοήτευση οι επιλογές του επίδοξου ελευθερωτή της Κωνσταντινούπολης θα αποδειχτούν ολέθριες.
Ν. Τρικούπης: «…..Κατόπιν διαταγής του νέου διοικητού της στρατιάς ………….διελύθη η οργάνωσις του Νοτίου συγκροτήματος …………………ώστε έπαυσαν ισχύουσαι αι πρότερον γενόμεναι μελέται προς αντιμετώπισιν του εχθρού εν περιπτώσειεπιθέσεως………………….Ως μόνην δε εφεδρείαν το Α’ σώμαστρατού διέθετε εν Σύνταγμα Ευζώνων και μίαν μοίραν ορεινού πυροβολικού (απόσπασμα Πλαστήρα)…..Ούτω το Α’ σώμα στρατού κατέλαβε μέτωπον 170 χιλιομέτρων……………..»
      Μ’ αυτές τις συνθήκες κλήθηκε να δώσει την κρισιμότερη μάχη της εκστρατείας ο Ελληνικός στρατός.
       Όταν εκείνο το πρωί της 13ης Αυγούστου κόπασε το πυροβολικό, σε όλο το μέτωπο απλώθηκε απόλυτη σιγή ,μια σιγή θανάτου .
     Κι άξαφνα η καταιγίδα ξέσπασε .Εννιά τουρκικές μεραρχίες πεζικού και ένα σώμα ιππικού  χύθηκε κατά των γραμμών μας. Δύο μόνο ελληνικές Μεραρχίες η 4η και η 1η ήταν απέναντί τους  και μόνη εφεδρεία το απόσπασμα του θρυλικού «Μαύρου Καβαλλάρη».
     Στην αρχή του σημερινού άρθρου αναφέρθηκα σε όλα όσα επακολούθησαν την τουρκική επίθεση. Δεν θα τα επαναλάβω. Όμως πρέπει να αναφερθώ ως επίλογο στη δράση του «Καρά –Σείτάν» και του «Σεϊτάν –Ασκέρ» ήτοι του Πλαστήρα και του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων. Η ιστορία απαιτεί να αναφερθεί ξανά και ξανά το έπος του «Μαύρου Καβαλλάρη» αυτού που κάποιοι τόλμησαν να τον χαρακτηρίσουν «φυγά».
     Ο λόγος στον ίδιο τον Κεμάλ:
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΑΧΗ
 Ο Κεμάλ διακόπτοντας για λίγο την ανάμνηση των θριάμβων του στρατού του , είπε: « Από το Τουρκικόν στρατηγείον παρηκολούθουν την αδιάκοπον υποχώρησιν του Ελληνικού στρατού. Τίποτε πλέον δεν μπορούσε να τον συγκρατήση. Το ηθικόν του είχε εκμηδενισθή ,όταν έξαφνα Τούρκος αξιωματικός του ιππικού έφερε στο στρατηγείον την απροσδόκητον πληροφορίαν ότι εσημειώθη εις ένα σημείον άκαμπτος ελληνική αντίστασις . το σημείον εκείνον ελέγετο Έρικνεν –κορυφή του Χαασάν Μπελ και είχε μεγάλην στρατηγικήν σπουδαιότητα. Το κτυπούσαμε από το Τασάν –Τεπέ .Αλλά δεν μπορούσαμε να το πατήσουμε».
      Και ο Κεμάλ συνεχίζει:
« Ο Ρεσάτ Μπέης διοικητής της 57ης Μεραρχίας μου είιχε δώσει τον λόγον του ότι θα το καταλάβη αντί πάσης θυσίας. Εν τούτοις η ελληνική αντίστασις συνεχίζετο , μολονότι εβάλλετο υπό του ορειβατικού πυροβολικού….»
Ο Κεμάλ διατάζει συνεχείς επιθέσεις αλλά οι τσολιάδες του 5/42 αμύνονται σαν ημίθεοι….
«  Κι ο Ρεσάτ -καταλήγει ο Κεμάλ – ταπεινωμένος που μέσα στη γενική αποσύνθεσιν του εχθρού δεν μπόρεσε να κάμψει την αντίστασιν μιας χούφτας γενναίων τινάζει τα μυαλά του στον αέρα. Αυτοί ήταν οι Έλληνες . Κι αυτούς δεν τους νικήσαμε».
      Το 5/42 Σύναγμα και ο περήφανος αρχηγός του αναλαμβάνουν πλέον καθήκοντα «ποιμενικού κυνός» Ακολουθούν συντεταγμένα την πανικόβλητη στρατιά , μαζεύουν τους φυγάδες, σώζουν τους μικρασιάτες  κυνηγημένους πρόσφυγες και το κυριότερο ίσως ,σώζουν την τιμή των ελληνικών όπλων.
      Ο επίλογος της ιστορίας αυτής θά γραφτεί στην τελευταία μάχη. Αυτή τη μάχη  τήν έδωσε  ο Καρά Σεϊτάν  μέ τό Σεϊτάν Ασκέρ (τό 5/42 των ευζώνων του).  Η μάχη δόθηκε κοντά στό Τσεσμέ στήν περιοχή Σταυρός (Ζέγκουϊ στά τουρκικά).  Ο  Πλαστήρας,(τον οποίο ένας από του εστεμμένους φελλούς αποκαλούσε υπαίτιο της μικρασιατικής καταστροφής ) σε μία προσπάθεια νά προστατέψει τα τελευταία τμήματα του στρατού μας πού υποχωρούσαν, καθώς και τους πρόσφυγες , αποδεκάτισε τους Τσέτες καί  απέδειξε περίτρανα πως ο Έλληνας μαχητής δεν ηττήθηκε.
     Μάλιστα αργότερα, οι Τούρκοι έστησαν μνημείο εκεί πού μαρτυρά τήν τελευταία μάχη καί τόν χαμό 147 Τούρκων ιππέων. Από το βιβλίο του Γιάννη Καψή «Χαμένες πατρίδες» παραθέτω το σχετικό απόσπασμα.
«Το πρωί της 28ης Αυγούστου το 5/42 έφθασε στον Σταυρό εκεί που ο δρόμος χωρίζει προς τον Τσεσμέ. Σ' όλη τη μαρτυρική πορεία του έμενε μακριά από τη μάζα του Νότιου Συγκροτήματος. Ο πανικός είναι μια ασθένεια μεταδοτική και ο Πλαστήρας ήταν αποφασισμένος να κρατήσει το Σύνταγμα του μέχρι τέλους. Και το κατόρθωσε, δίνοντας ο ίδιος το παράδειγμα της αυτοθυσίας.

Για δέκα πέντε ημέρες είναι πάνω στ' άλογό του. Έφιππος τρώγει ότι του φέρνουν οι άνδρες του, κάτι ελάχιστο - μήπως έχουν κι οι Τσολιάδες μας να φάνε; Έχουν πετάξει τα πάντα, καζάνια, τρόφιμα, καραβάνες. Μόνον τα όπλα και τα φυσίγγια τους κρατούν και μαζεύουν στον δρόμο φρούτα, στα χωριά κανένα καρβέλι ψωμί - τρώγουν όποτε έχουν, αλλά πολεμούν πάντοτε με την ίδια ορμή, που έχει προκαλέσει το δέος, τον τρόμο στους Τούρκους. Κι ο Πλαστήρας μένει ακλόνητος πάνω στ' άλογό του. Παρακολουθεί τα πάντα, εμψυχώνει τους άνδρες του. Και, πολλές φορές την νύκτα τους αφήνει να κοιμηθούν χωρίς να βγάλουν σκοπιές. Μένει ο ίδιος άγρυπνος πάνω στ' άλογό του, φροντίζοντας για τα παλικάρια του - μάρτυρες οι ίδιοι οι άνδρες του 5/42, που τον είχαν δει με τα μάτια τους στο καραούλι. Είχε γίνει κάτισχνος, τα οστά του προσώπου του ξεχώριζαν κάτω από την ηλιοκαμένη, την μαυρειδερή επιδερμίδα του. Μόνον το βλέμμα του διατηρούσε την παλιά εκείνη λάμψη... Θα πίστευε κανείς, ότι ήταν έτοιμος να σωριασθεί νεκρός.

Εκεί, στο Σταυρό, το 5/42 στάθηκε και πάλι. Οι πρόσφυγες είχαν βραδυπορήσει, μια ατέλειωτη φάλαγγα ξεκινούσε από τη ζωσμένη στις φλόγες Σμύρνη ως το Τσεσμέ. Κάποιος έπρεπε να τους βοηθήσει, να τους προστατεύσει από τους Τσέτες, που ορμούσαν εναντίον τους σαν τα τσακάλια. Έπιασαν μετερίζια οι Τσολιάδες μας και περίμεναν τη φάλαγγα των προσφύγων να περάσει. Κι εκεί τους απονεμήθηκε το πολυτιμότερο παράσημο, που μπορεί να ποθήσει ένας πολεμιστής: Οι τρομαγμένοι, οι πανικόβλητοι πρόσφυγες αυτοί, που έφευγαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, σταματούσαν γιά να φιλήσουν τα πληγιασμένα χέρια των στρατιωτών μας. Χαροκαμένες μάνες ήθελαν ν' αγκαλιάσουν, να χαϊδέψουν τα φλογισμένα μέτωπα των παιδιών εκείνων, που πολεμούσαν τόσο μακριά από τα σπίτια τους, τις οικογένειες τους. Ήταν στιγμές γεμάτες συγκίνηση, στιγμές τραγικού μεγαλείου, γεμάτες ανθρωπιά και πόνο.

Στον Σταυρό περίμενε το «Σεϊτάν - Ασκέρ». Και μέσα στην καταχνιά του πρωινού φάνηκαν οι Τσέτες του Μπεχλιβάν. Κάλπαζαν ουρλιάζοντας - θύμιζαν τις ορδές του Αττίλα. Ορμούσαν κατά των προσφύγων και τους σπάθιζαν, κάρφωναν στα ξίφη τους ματωμένα κεφάλια και τα εξεσφενδόνιζαν στον αέρα. Δεν τους αρκούσε το ξερίζωμα του Ελληνισμού, ήθελαν τον αφανισμό του.

Ο Πλαστήρας είδε τους Τσέτες. Ήταν συντριπτική αριθμητικά η υπεροχή, ήταν ψυχωμένοι από την ανέλπιστα μεγάλη νίκη τους, είχαν ξαποστάσει στη Σμύρνη. Η σωφροσύνη θα του επέβαλλε, ίσως, να υποχωρήσει αλλά τότε ούτε ένας από τους πρόσφυγες δεν θα διασωζόταν, οι Τσέτες θα έφθαναν στην αποβάθρα του Τσεσμέ πριν από τον Στρατό μας. Κι αποφάσισε να δώσει μια ακόμη μάχη.

Οι άνδρες του 5/42, με γρήγορες κινήσεις, σχημάτισαν ένα μεγάλο πέταλο κι «ελούφαξαν», έμειναν ακίνητοι, περιμένοντας τους Τούρκους να πέσουν στις κάνες των όπλων τους. Είχαν διαταγή να μη πυροβολήσουν, αν ο Πλαστήρας δεν έδινε το σύνθημα, πυροβολώντας - πρώτος. Πειθαρχικοί, εμπειροπόλεμοι, έβλεπαν τους Τούρκους να πλησιάζουν κι έμεναν ακίνητοι. Πολλοί άκουγαν τις αναπνοές τους, αισθάνθηκαν τη μυρωδιά των αλόγων τους. Κι όμως δεν πυροβόλησαν. Λίγο ακόμη κι οι Τσέτες θα είχαν πέσει στον κλοιό τους.

Αλλ' ένας λοχίας έτρεμε από τη λύσσα του. Είχε δει τους Τσέτες να σφάζουν γυναικόπαιδα και δεν μπορούσε να συγκρατηθεί - έσφιγγε το όπλο του, δάγκωνε τα χείλη του για να μη φωνάξει και προδοθεί. Κι έξαφνα ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Σχεδόν αμέσως ένας καταιγισμός πυρός σάρωσε τους Τούρκους. Οι θάμνοι άναψαν, τα πολυβόλα κελάηδησαν ανατριχιαστικά. Η κοιλάδα αντήχησε στο βογγητό των πληγωμένων.

Οι Τούρκοι ξαφνιάστηκαν πήδησαν από τ' άλογα κι έτρεξαν να καλυφθούν - θέλησαν να πιάσουν μετερίζια και να πολεμήσουν. Δεν γνώριζαν ακόμη ότι είχαν απέναντι τους το «Σεϊτάν Ασκέρ». Αλλά, μετά τον πρώτον αιφνιδιασμό, οι Τσολιάδες δεν κρατήθηκαν - δεν μπορούσε να τους συγκρατήσει κανείς· ούτε ο Πλαστήρας. Οι λόγχες σύρθηκαν και πάλι από τις θήκες τους. Και για μια ακόμη φορά - την τελευταία -όπως τότε σε μια εποχή που φαινότανε τόσο μακρινή, ακούστηκε η λεβέντικη κραυγή: «Αέρα...».

Έφυγαν οι Τσέτες, έφυγαν τρομοκρατημένοι, πανικόβλητοι πήδησαν στ' άλογα τους κι άλλοι έφυγαν τρέχοντας. Επέστρεψαν ασθμαίνοντας στη Σμύρνη για να ρίξουν καινούργιο λάδι στο καντήλι του θρύλου, που θα καίει αιώνια. Είναι θρύλος, που αφηγείται η αναμνηστική στήλη, εκείνη, που υπάρχει μέχρι σήμερα στο Ζέγκουϊ - τον Σταυρό.

- Αχ, μωρέ... Αν δεν βιαζότανε εκείνος ο λοχίας, θα τους είχα πιάσει όλους ζωντανούς » .
 Έλεγε αργότερα με το ίδιο πάθος ο Στρατηγός Πλαστήρας!!!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ                 
«Αναμνήσεις επεισοδίων και γεγονότων εκ των πολέμων μας» 
Νικολάου Τρικούπη Αντιστρατήγου 1952
                                       «Εις θάνατον» Βασίλης Τζανακάρης 2008
                                       «Επίτομη ιστορία της εκστρατείας στη Μ. Ασία» ΔΙΣ 2001
                       « Η στρατιωτική δράση του Νικολάου Πλαστήρα» Κ Ε. Αβτζίγιαννης 2006
                                          «Χαμένες Πατρίδες» Γιάννη Καψή  1989.
                                               
                                                                              Με τιμή
Γρηγόρης Γιοβανόπουλος
Δάσκαλος
Με ειδίκευση στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας
Και του νεοελληνικού Πολιτισμού

Δεν υπάρχουν σχόλια: